ΚΛΕΙΣΤΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ

Καλέστε μας ή συμπληρώστε τη φόρμα
και θα επικοινωνήσουμε μαζί σας

Πόσο νερό πρέπει να πίνουμε, καθημερινά – Συμπτώματα αφυδάτωσης

Το νερό στον οργανισμό μας από την μια εμποδίζει τις απότομες μεταβολές της θερμοκρασίας του σώματος που θα μπορούσαν να αποβούν καταστρεπτικές για τον οργανισμό και από την άλλη επιτρέπει την απομάκρυνση θερμότητας με τον ιδρώτα.
Παρόλο που δεν έχει θρεπτική αξία, εντούτοις παίζει σημαντικό ρόλο στη διατροφή. Επιπλέον αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους ρυθμιστικούς παράγοντες του σωματικού βάρους. Είναι απαραίτητο για τις χημικές διαδικασίες του μεταβολισμού και την πρόληψη της αφυδάτωσης και παίζει καθοριστικό ρόλο στον τρόπο που ο οργανισμός διαχειρίζεται τα αποθέματα λίπους. Όταν γεννιόμαστε είμαστε κατά το 75% του βάρους μας νερό, όσο μεγαλώνουμε ανάλογα με το φύλο και την ηλικία το νερό μειώνεται περίπου στο 60%. Αν και το ανθρώπινο σώμα παράγει καθημερινά ορισμένη ποσότητα νερού, αυτή δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες του. Γι’ αυτό, είναι απαραίτητη η επιπλέον πρόσληψη υγρών μέσω της διατροφής. Οι καθημερινές ανάγκες ενός ατόμου σε νερό ποικίλουν και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις συνθήκες ζωής του αλλά και από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του οργανισμού του.

Σύμφωνα με τις διεθνείς συστάσεις, η πρόσληψη νερού πρέπει να κυμαίνεται περίπου στο 1 ml ανά θερμίδα ενεργειακής κατανάλωσης για άτομα που ζουν σε περιβάλλοντα με κανονική θερμοκρασία.

Σε έναν άνδρα που καταναλώνει κατά μέσο όρο 3.000 θερμίδες (Kcal) την ημέρα, συνιστάται η καθημερινή πρόσληψη 3 λίτρων υγρών.

Η περιεκτικότητα του ανθρώπινου οργανισμού σε νερό και μεταλλικά άλατα εξαρτάται από την ηλικία, το φύλο και τη σωματική διάπλαση. Γενικά, ένα παχύσαρκο άτομο έχει λιγότερο νερό στον οργανισμό του σε σύγκριση με ένα λιπόσαρκο άτομο. Για τον ίδιο λόγο οι άνδρες έχουν μεγαλύτερη ποσότητα νερού στο σώμα τους σε σύγκριση με τις γυναίκες, αφού έχουν μικρότερη περιεκτικότητα σε λίπος. Φυσιολογικά η ποσότητα του νερού που προσλαμβάνεται από τον οργανισμό πρέπει να είναι ίση με τη ποσότητα που αποβάλλεται.

Κύριοι παράγοντες ρύθμισης της ενυδάτωσης του οργανισμού είναι:

  • το αίσθημα της δίψας
  • η αντιδιουρητική ορμόνη που παράγεται στον εγκέφαλο
  • οι νεφροί
  • η ορμόνη αλδοστερόνη

Τα κύρια μεταλλικά στοιχεία στον οργανισμό είναι το νάτριο και το κάλιο. Το νάτριο είναι το στοιχείο που υπάρχει και στο αλάτι το οποίο ευθύνεται για την κατακράτηση των υγρών στο σώμα ενώ το κάλιο έχει αντίθετη δράση από το νάτριο (η πρόσληψη του είναι περίπου 1,43 – 6,54 γρ. την ημέρα).

Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες ο άνθρωπος προσλαμβάνει και αποβάλλει περίπου 2 – 2,5 λίτρα υγρών ημερησίως. Η κύρια οδός αποβολής είναι τα ούρα και σε μικρότερο βαθμό τα κόπρανα και ο ιδρώτας. Φυσικά τα δεδομένα αλλάζουν σε ένα ιδιαίτερα θερμό περιβάλλον όπου ο ιδρώτας παίζει σημαντικότερο ρόλο στην αποβολή νερού καθώς είναι κύριας σημασίας για τη διαδικασία της θερμορύθμισης, δηλαδή της διατήρησης σταθερής σε ένα συγκεκριμένο εύρος της θερμοκρασίας του σώματος και γιατί χωρίς αυτή τη διαδικασία δεν θα ζούσαμε.

Πόσο νερό πρέπει να πίνουμε;

Μέχρι και πολύ πρόσφατα είχαμε τη σύσταση για κατανάλωση νερού τουλάχιστον 8 ποτηριών τη μέρα (συνολικά 2-2,5 λίτρα).
Σήμερα αυτό δεν ισχύει για διάφορους λόγους: η ποσότητα αυτή περιλαμβάνει όλη την πρόσληψη νερού που παίρνουμε με την διατροφή μας, συμπεριλαμβανομένης της τροφής και των υγρών (εκτός του νερού). Επίσης, δεν αναφέρεται καθόλου στο σωματικό βάρος του ατόμου που αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για να υπολογίσουμε πόσο νερό χρειάζεται κάποιος.

Η ποσότητα που έχει ανάγκη ο καθένας ποικίλει ανάλογα με το αν είναι άρρωστος ή αν γυμνάζεται. Ούτε είναι καλό να πίνετε νερό μόνο όταν διψάσετε, γιατί μέχρι τότε έχετε ήδη αφυδατωθεί.

Ο πυρετός, ο εμετός και η διάρροια προκαλούν απώλεια υγρών από το σώμα, τα οποία πρέπει να αντικατασταθούν (ακόμα και με ενδοφλέβια χορήγηση στο νοσοκομείο, αν κριθεί αναγκαίο).

Εξάλλου, ασθένειες όπως οι ουρολοιμώξεις και η νεφρολιθίαση απαιτούν πρόσθετη κατανάλωση υγρών για να αντιμετωπισθούν καλύτερα. Αντιθέτως, ασθένειες όπως η καρδιακή ανεπάρκεια και ορισμένες νόσοι των νεφρών, του ήπατος και των επινεφριδίων μπορεί να εμποδίσουν την αποβολή υγρών, οπότε οι ασθενείς πρέπει να περιορίζουν την κατανάλωση υγρών. Για όλες αυτές τις ασθένειες οι γιατροί ενημερώνουν τους ασθενείς τι ακριβώς πρέπει να κάνουν.

Όπως προαναφέρθηκε, τα άτομα με αυξημένο σωματικό λίπος έχουν στο σώμα τους λιγότερο νερό και ο στόχος για αυτά προσδιορίζεται στα 12 ποτήρια νερό ημερησίως ή και περισσότερα – όχι βέβαια «μαζεμένα», αλλά σχεδόν ομοιόμορφα κατανεμημένα κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Οι έγκυοι και οι γυναίκες που θηλάζουν τα μωρά τους χρειάζονται πρόσθετες ποσότητες υγρών για να παραμείνουν ενυδατωμένες. Συνιστάται στις εγκύους να πίνουν καθημερινά 2,4 λίτρα υγρών (περίπου 10 φλιτζάνια) και στις γυναίκες που θηλάζουν 3 λίτρα (περίπου 12,5 φλιτζάνια) την ημέρα.

 

Συμπτώματα και πρόληψη της αφυδάτωσης

Η υπερβολικά έντονη άσκηση, η έντονη εφίδρωση, ο εμετός και η διάρροια αποτελούν συνήθεις αιτίες αφυδάτωσης, η οποία μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη, κυρίως για τα μωρά και τους ηλικιωμένους.

Συμπτώματα:

  • Ήπια έως έντονη δίψα
  • Κόπωση
  • Πονοκέφαλος
  • Ξερό στόμα
  • Περιορισμένη ή ανύπαρκτη διούρηση
  • Μυϊκή αδυναμία
  • Ζάλη
  • Ίλιγγος

 

Πρόληψη της αφυδάτωσης

  • Να πίνετε ένα ποτήρι νερό με κάθε γεύμα και μεταξύ δυο γευμάτων.
  • Να πίνετε νερό πριν, στη διάρκεια και μετά την άσκηση.
  • Πιείτε αρκετά ροφήματα μέσα στην ημέρα σας. Μην ξεχνάτε ότι το τσάι, ο καφές και οι χυμοί βοηθούν στην πρόσληψη υγρών από τον οργανισμό. Όμως προσέξτε τη ζάχαρη που περιέχεται σε κάποια αναψυκτικά.
  • Όταν ξεκινάμε μια νέα συνήθεια, συχνά, μας βοηθάει το να σημειώνουμε πότε την κάνουμε. Έτσι, το συνειδητοποιούμε και επιβεβαιώνουμε στον εαυτό μας ότι δεν έχουμε χάσει το στόχο μας. Κρατήστε, λοιπόν, ένα μικρό ημερολόγιο (ίσως σε κάποιο σημειωματάριο), το οποίο μπορεί να είναι αρκετά απλό και στο οποίο θα γράφετε πόσα ποτήρια νερό έχετε πιει.
  • Η αίσθηση δίψας προκαλείται όταν έχετε ήδη αφυδατωθεί, είναι λοιπόν σημαντικό να ενυδατώνετε τον οργανισμό σας πριν διψάσετε.
  • Αυξήστε την ποσότητα φρέσκων φρούτων και λαχανικών στη διατροφή σας καθώς περιέχουν υψηλή περιεκτικότητα σε νερό.

 

Πηγή: https://medlabgr.blogspot.com/2012/01/blog-post_22.html#ixzz6EiErecgV

Άλλα άρθρα

  • Τι είναι η χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής;

      Τι είναι; Χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής είναι μια χρόνια πάθηση που επηρεάζει τον αστράγαλο και τις περιβάλλουσες δομές. Συνήθως αναπτύσσεται μετά από σοβαρό διάστρεμμα της ποδοκνημικής. Ωστόσο, ορισμένοι άνθρωποι είναι εκ γενετής με λιγότερο σταθερούς αστραγάλους- αυτά τα άτομα έχουν γενικά ιδιαίτερα εύκαμπτο σώμα. Περίπου το 20% των διαστρεμμάτων της ποδοκνημικής οδηγεί σε χρόνια αστάθεια του αστραγάλου που οφείλεται στις επακόλουθες αλλαγές στους συνδέσμους, στη δύναμη, στον έλεγχο της στάσης σώματος, στο χρόνο αντίδρασης των μυών και στην αισθητικότητα. Ποια είναι τα συμπτώματα; Εκτός από το ότι είναι πιο επιρρεπείς σε διαστρέμματα του αστραγάλου, τα άτομα με χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής μπορεί να παρατηρήσουν ότι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά τη διάρκεια υψηλής έντασης δραστηριοτήτων, αν τρέχουν σε ανώμαλες επιφάνειες ή όταν αλλάζουν κατεύθυνση γρήγορα. Μπορεί να αισθάνονται μια αίσθηση αδυναμίας ή συχνή «υποχώρηση» όταν σηκώνουν βάρος. Ποιες είναι οι αιτίες; Οι κύριες αιτίες αυτής της κατάστασης είναι η χαλάρωση των συνδέσμων, η μειωμένη δύναμη των μυών που περιβάλλουν τον αστράγαλο και η μειωμένη ιδιοδεκτικότητα. Έπειτα από ένα διάστρεμμα του αστραγάλου, οι σύνδεσμοι μπορεί να είναι τεταμένοι και ελαφρώς πιο αδύναμοι, σε σοβαρές περιπτώσεις, έχουν σχιστεί εντελώς, αφήνοντας τον αστράγαλο δομικά πιο αδύναμο. Χωρίς πλήρη αποκατάσταση, οι μύες γύρω του γίνονται επίσης πιο αδύναμοι, και μελέτες έχουν δείξει ότι η ισορροπία και η αίσθηση του αστραγάλου μπορεί επίσης να μειωθεί. Αυτό σημαίνει ότι ο αστράγαλος είναι πιθανότερο να τραυματιστεί ξανά, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που οδηγεί σε περαιτέρω αστάθεια. Πώς μπορεί να βοηθήσει η φυσιοθεραπεία; Η φυσικοθεραπεία για αποκατάσταση χρόνιας αστάθειας ποδοκνημικής επικεντρώνεται στη βελτίωση της δύναμης, του ελέγχου και της ισορροπίας με μια πληθώρα διαφορετικών τεχνικών. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη βελτίωση της σταθερότητας του αστραγάλου και τη μείωση του κινδύνου μελλοντικών διαστρεμμάτων. Οι φυσικοθεραπευτές μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς να ανακτήσουν την αυτοπεποίθησή τους και να επιστρέψουν στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα ορθωτικά πέλματα, κατασκευές που εφαρμόζονται εσωτερικά των υποδημάτων για θεραπευτικούς σκοπούς ώστε να σταθεροποιήσουν, να στηρίξουν και να διορθώσουν δυσμορφίες και παθολογικές καταστάσεις του άκρου πόδα, αλλά και ολόκληρης της κινητικής αλυσίδας των κάτω άκρων, μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Ωστόσο, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε εξάρτηση και περαιτέρω απώλεια της δύναμης και του ελέγχου εάν χρησιμοποιείται άνευ λόγου. Σε περιπτώσεις ακραίας χαλάρωσης των συνδέσμων ή αν η φυσιοθεραπεία δεν είναι ικανοποιητική, η χειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση των κατεστραμμένων συνδέσμων λαμβάνεται υπόψη. Αυτό συνήθως συνδυάζεται με πρόγραμμα πλήρους αποκατάστασης για μεγαλύτερη επιτυχία. Εάν δεν αισθάνεστε 100% σίγουροι για τον αστράγαλό σας, συζητήστε με έναν φυσικοθεραπευτή για να βελτιώσετε τη σταθερότητα του αστραγάλου σας. Καμία από τις πληροφορίες σε αυτό το άρθρο δεν αντικαθιστά την κατάλληλη ιατρική συμβουλή. Πάντα να επισκέπτεστε έναν επαγγελματία για συμβουλές σχετικά με τον τραυματισμό σας

  • Πέντε λόγοι για να δείτε έναν φυσικοθεραπευτή μετά από έναν τραυματισμό

    Πέντε λόγοι για να δείτε έναν φυσικοθεραπευτή μετά από έναν τραυματισμό Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ανθρώπινο σώμα είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό. Αν εξαιρέσουμε την αναγέννηση νέων άκρων, το σώμα μας είναι ικανό να ανακάμπτει από μεγάλες βλάβες, μεταξύ άλλων, και σπασμένων οστών. Με αυτό κατά νου, πολλοί άνθρωποι ευχαρίστως επιτρέπουν στη φύση να πάρει το δρόμο της μετά από έναν τραυματισμό, πιστεύοντας ότι η επίσκεψη στον φυσιοθεραπευτή θα μπορούσε απλά να επιταχύνει την αποκατάσταση των ήδη επουλωμένων ιστών. Η ταχύτητα αποκατάστασης, ωστόσο, είναι μόνο ένα κριτήριο για την επούλωση και παρά την απίστευτη ικανότητα του σώματός μας για επιδιόρθωση, η αποκατάσταση των τραυματισμών μπορεί να μην είναι και τόσο απλή. Παρακάτω αναφέρονται μερικά στοιχεία σχετικά με την επούλωση τραυματισμών που ενδεχομένως να μην γνωρίζατε. Ο ουλώδης ιστός είναι πιο πιθανό να σχηματιστεί χωρίς θεραπεία. Ο ουλώδης ιστός μπορεί να προκαλέσει διαρκή πόνο και δυσκαμψία στο δέρμα, τους μυς και τους συνδέσμους. Η φυσιοθεραπεία δύναται να αποτρέψει την υπερβολική εναπόθεση ουλώδους ιστού μέσω συμβουλών που αφορούν την κίνηση, της μάλαξης και άλλων πρακτικών. Η ικανότητά σας να αισθάνεστε τη θέση του σώματός σας, γνωστή ως ιδιοδεκτικότητα, συχνά επηρεάζεται μετά από έναν τραυματισμό και μπορεί να επανεκπαιδευτεί. Η εξασθενημένη ιδιοδεκτικότητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τον εκ νέου τραυματισμό. Αν έχετε ακούσει ποτέ κάποιον να λέει «το γόνατο/ο αστράγαλος/ο ώμος μου ακόμα δεν αισθάνεται 100% καλά », τότε αυτό θα μπορούσε να είναι και ο λόγος. Τα καλά νέα είναι ότι με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα άσκησης, η ιδιοδεκτικότητα μπορεί να βελτιωθεί και να αποκατασταθεί. Μετά το πέρας της επούλωσης, το σώμα σας ενδέχεται να έχει αλλάξει. Έπειτα από έναν τραυματισμό, οι σύνδεσμοι ενδέχεται να είναι πιο χαλαροί, οι αρθρώσεις ίσως είναι πιο δύσκαμπτες και οι μύες πιο αδύναμοι. Παρόλο που ο πόνος μπορεί να έχει εξαφανιστεί, ενδεχομένως να εξακολουθούν να υπάρχουν παράγοντες που πρέπει να αντιμετωπιστούν προκειμένου να αποφύγουμε πιο περίπλοκα ζητήματα στο μέλλον. Ίσως αποκτήσατε κάποια κακή συνήθεια περιμένοντας τον τραυματισμό να επουλωθεί. Κατά την περίοδο που πονάμε, συχνά αλλάζουμε τον τρόπο με τον οποίο κάνουμε πράγματα. Αυτό ίσως οδηγήσει σε εμφάνιση λανθασμένων προτύπων κίνησης και μυϊκών ανισορροπιών. Ακόμα κι αν ο πόνος έχει φύγει, αυτά τα νέα μοτίβα μπορεί να παραμείνουν και να δημιουργήσουν περαιτέρω προβλήματα στην πορεία. Οι τραυματισμοί δεν επουλώνονται πάντα πλήρως. Σε σπάνιες περιπτώσεις, οι τραυματισμοί ενδέχεται να μην είναι σε θέση να επουλωθούν πλήρως από μόνοι τους. Το πιο σοβαρό παράδειγμα είναι ένα κάταγμα που δεν μπορεί να επουλωθεί εάν το οστό δεν παραμένει σε ακινησία. Άλλοι παράγοντες που μπορεί να εμποδίσουν την ίαση ενός τραυματισμού είναι η κακή κυκλοφορία του αίματος, ο διαβήτης, η ανεπαρκής φροντίδα του τραύματος και η ελλιπής διατροφή. Ο φυσιοθεραπευτής σας μπορεί να αξιολογήσει τον τραυματισμό σας και να προετοιμάσει ένα πλάνο θεραπείας που θα σας επαναφέρει στην καλύτερη δυνατή κατάσταση και να αποτρέψει περαιτέρω τραυματισμούς. Καμία από τις πληροφορίες σε αυτό το άρθρο δεν αντικαθιστούν τις κατάλληλες ιατρικές συμβουλές. Πάντα να επισκέπτεστε έναν ιατρό για συμβουλές σχετικά με τον τραυματισμό σας

  • Τι είναι το Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα (CTS);

      Τι είναι το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα; Ο καρπιαίος σωλήνας είναι ένας μικρός χώρος στη βάση του χεριού που καλύπτεται από έναν παχύ σύνδεσμο και δημιουργεί μια μικρή σήραγγα από το αντιβράχιο στην παλάμη απ’ όπου περνούν διάφορα νεύρα, αρτηρίες και τένοντες. Αν οτιδήποτε προκαλέσει αυτό το διάστημα να μειωθεί, οι δομές αυτές μπορεί να να συμπιεστούν και να υποστούν βλάβη, ιδίως το μέσο νεύρο. Αυτή η συνήθης περίπτωση αναφέρεται ως σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα (CTS). Ποια είναι τα συμπτώματα; Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα του καρπιαίου συνδρόμου είναι ο πόνος, το μούδιασμα και αδυναμία στο χέρι, συνήθως ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μονοπάτι κατά μήκος του αντίχειρα, το δείκτη και το μεσαίο δάχτυλο. Μπορεί επίσης να υπάρχει μειωμένη δύναμη λαβής και εξασθένιση των μυών του αντίχειρα. Τα συμπτώματα είναι συνήθως εντονότερα κατά το ξύπνημα ή σε επαναλαμβανόμενες κινήσεις του χεριού. Οι ασθενείς μπορεί επίσης να αναφέρουν δυσκολία να κρατήσουν αντικείμενα, να γράψουν ή να κουμπώσουν τα κουμπιά τους. Πώς προκύπτει ; Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα μπορεί να οφείλεται σε οτιδήποτε μειώνει το διάστημα στον καρπιαίο σωλήνα, όπως αρθρίτιδα, ανάπτυξη κύστης ή συμπίεση από καθημερινές δραστηριότητες. Το μέσο νεύρο είναι ιδιαίτερα ευάλωτο στη πίεση και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή καθώς η παρατεταμένη πίεση μπορεί να προκαλέσει νευρική βλάβη και μόνιμη αδυναμία των χεριών. Πώς αντιμετωπίζεται; Υπάρχουν διάφορες επιλογές θεραπείας για το CTS. Συνιστάται συχνά η συντηρητική θεραπεία,  η οποία περιλαμβάνει φυσιοθεραπεία, τη χρήση νάρθηκα, κορτιζόνης ή ενέσεων PRP για την ενίσχυση της επούλωσης των νεύρων. Η αποτελεσματικότητα της φυσικοθεραπείας εξαρτάται από τα αιτία του καρπιαίου σωλήνα. Εάν ο χώρος του σωλήνα έχει υποστεί μόνιμη μείωση, όπως στην περίπτωση αρθρίτιδας, τότε η χειρουργική επέμβαση είναι πιθανό να είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία. Η χειρουργική επέμβαση του καρπιαίου σωλήνα είναι μια επέμβαση για να διευρυνθεί και να απελευθερωθεί ο καρπιαίος σωλήνας επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο την αποσυμπίεση. Είναι μια συνηθισμένη χειρουργική επέμβαση, αλλά υπάρχουν πιθανοί κίνδυνοι ή επιπλοκές και απαιτείται μια περίοδος απουσίας από την εργασία για ανάρρωση. Για μη χειρουργικές περιπτώσεις, η τροποποιημένη εμβιομηχανική του βραχίονα, η κινητικότητα του μέσου νεύρου και ο μυϊκός σπασμός πιθανόν να συντελούν στα συμπτώματα. Σε αυτή την περίπτωση, η φυσιοθεραπεία μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική, μαζί με μια περίοδο ξεκούρασης, τοποθέτησης νάρθηκα και αλλαγή των καθημερινών συνηθειών. Καμία από τις πληροφορίες σε αυτό το ενημερωτικό δελτίο δεν αντικαθιστά τις κατάλληλες ιατρικές συμβουλές. Πάντα να συμβουλεύεστε επαγγελματία όσον αφορά τον τραυματισμό σας.

  • Εστίαση στην Κινητικότητα της Θωρακικής μοίρας

      Εστίαση στην Κινητικότητα της Θωρακικής μοίρας Σχεδόν όλοι θα βιώσουν πόνο στη μέση και στον αυχένα σε κάποια στιγμή στη ζωή τους, ακόμη και αν πρόκειται για ένα ελαφρύ τσίμπημα στον αυχένα μετά τον ύπνο σε ασυνήθιστη στάση. Ο πόνος στη θωρακική μοίρα της σπονδυλικής στήλης είναι λιγότερο συχνός, ωστόσο, ίσως εκπλαγείτε αν μάθετε πόσο σημαντικό είναι αυτό το τμήμα του σώματος όταν πρόκειται για πόνο και τραυματισμό. Τι είναι αυτό; Η θωρακική μοίρα αναφέρεται στο τμήμα της σπονδυλικής στήλης που περιβάλλεται από τον θώρακα. Αποτελείται από 12 σπονδύλους με μικρούς, χοντρούς δίσκους που βρίσκονται ανάμεσά τους. Η θωρακική μοίρα της σπονδυλικής στήλης δεν είναι μια περιοχή που θα μπορούσατε να συσχετίσετε πολύ με την κίνηση, ωστόσο, αυτή η περιοχή μπορεί να ευθύνεται σε ένα μεγάλο ποσοστό για το εύρος της κίνησής μας, ιδιαίτερα στην περιστροφή. Με αρθρώσεις μεταξύ των 12 σπονδύλων και των πλευρών σε κάθε πλευρά, η θωρακική μοίρα της σπονδυλικής στήλης έχει περισσότερες αρθρώσεις από όσες μπορείτε να μετρήσετε. Εάν κάθε μία από αυτές τις αρθρώσεις δεν κινείται τακτικά σε όλο το εύρος της, μπορεί να σφίξει και να χάσει την ευκαμψία της. Αυτή η δυσκαμψία μπορεί να γίνει αρκετά έντονη με την πάροδο του χρόνου. Γιατί είναι σημαντική; Αρκετοί άνθρωποι μπορεί να μην προσέξουν καν αυτή την έλλειψη κίνησης, κυρίως επειδή ο αυχένας και το κάτω μέρος της πλάτης παρέχουν πολύ μεγαλύτερο εύρος κίνησης και μπορούν εύκολα να αντισταθμίσουν οποιαδήποτε απώλεια θωρακικής ευλυγισίας ώστε να είναι δυνατή η εκτέλεση καθημερινών καθηκόντων. Όταν δεν υπάρχει κίνηση στη θωρακική περιοχή, τότε αυτό σημαίνει ότι οι αρθρώσεις σε άλλες περιοχές ωθούνται πιο κοντά στα όρια του εύρους τους, ιδίως κατά τη διάρκεια της στροφής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη συμπίεση και καταπόνηση αυτών των αρθρώσεων και των δομών που τις περιβάλλουν, όπως τα νεύρα, τα αιμοφόρα αγγεία και οι μυς. Η δυσκαμψία της θωρακικής μοίρας μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα κινδύνου για πόνους στον αυχένα και την οσφυϊκή μοίρα (μέση). Αυτό μπορεί επίσης να μειώσει την κινητικότητα του θωρακικού τοιχώματος, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε λιγότερο αποτελεσματική λειτουργία της αναπνοής και, σε ακραίες περιπτώσεις, ακόμη και μειωμένη αντοχή στην άσκηση. Πώς μπορεί να βοηθήσει η φυσιοθεραπεία; Ο φυσιοθεραπευτής σας είναι σε θέση να αξιολογήσει την κινητικότητα της θωρακικής μοίρας και να σας βοηθήσει με θεραπείες για να βελτιωθεί το εύρος κίνησης και να σας κατευθύνει με ασκήσεις στο σπίτι. Μπορεί ακόμη να βοηθήσει στη βελτίωση της θωρακικής ευλυγισίας ως μέρος θεραπείας για τον αυχένα και της οσφυϊκής μοίρας. Καμία από τις πληροφορίες σε αυτό το άρθρο δεν υποκαθιστά τη σωστή ιατρική συμβουλή. Πάντα να επισκέπτεστε έναν ιατρό για συμβουλές σχετικά με τον τραυματισμό σας.

  • Ποιος είναι ο χρόνος επούλωσης ενός τραυματισμού;

      Χρόνος επούλωσης τραυματισμού Όταν επέρχεται τραυματισμός το πρώτο πράγμα που οι περισσότεροι θέλουμε να μάθουμε είναι « πόσο καιρό θα χρειαστεί για να επουλωθεί». Δυστυχώς, η απάντηση μπορεί να είναι αρκετά περίπλοκη και απαιτεί τουλάχιστον μια στοιχειώδη κατανόηση του πώς θεραπεύονται οι διάφοροι ιστοί του σώματος. Κάθε ένας από τους ιστούς του σώματος, συμπεριλαμβανομένων των μυών των τενόντων και των οστών, επουλώνεται με διαφορετικό ρυθμό και κάθε άνθρωπος έχει ορισμένες αποκλίσεις σε αυτούς τους χρόνους ως αποτέλεσμα της ατομικής του υγείας, του ιστορικού και τις εκάστοτε περίστασης. Η κατανόηση του είδους του τραυματισμένου ιστού και των διαφορετικών χρόνων επούλωσης είναι ένα σημαντικό κομμάτι του τρόπου με τον οποίο ο φυσικοθεραπευτής προσεγγίζει τη θεραπεία και του καθορισμού του στόχου της αποκατάστασης. Σε ατομικό επίπεδο, η ηλικία του ασθενούς, η τοποθεσία και η σοβαρότητα του τραυματισμού και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε ο τραυματισμός εντός του πρώτου 48-ωρου, επηρεάζουν τους χρόνους επούλωσης του. Δυστυχώς, καθώς μεγαλώνουμε, οι τραυματισμοί τείνουν να επουλώνονται με πιο αργούς ρυθμούς απ’ ό,τι όταν είμαστε νέοι. Οποιαδήποτε ιατρική πάθηση που μειώνει τη ροή του αίματος σε μία περιοχή, όπως η περιφερική αγγειακή νόσος , μπορεί επίσης να μειώσει την ικανότητα του σώματος να επουλώνεται με τον φυσιολογικό ρυθμό. Υπάρχουν ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να τηρηθούν για την πρόβλεψη της διάρκειας επούλωσης ενός τραυματισμού με βάση τον τύπο του ιστού που έχει πληγεί. Οι μύες περιέχουν μικρά τριχοειδή αγγεία που προσφέρουν μια πλούσια παροχή αίματος, και ως εκ τούτου, έχουν συγκριτικά γρήγορο χρόνο επούλωσης, 2-4 εβδομάδες για μικρές ρήξεις. Αυτός ο χρόνος παρατείνεται για μεγαλύτερα τραύματα και πιο περίπλοκες περιπτώσεις. Οι σύνδεσμοι και οι τένοντες έχουν μικρότερη πρόσβαση στην παροχή αίματος και ο τραυματισμός στους ιστούς αυτούς γενικά χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να επουλωθεί. Μεγαλύτερες ή πλήρεις ρήξεις όλων των μαλακών ιστών, μπορεί να μην είναι σε θέση να επουλωθούν πλήρως και σε σπάνιες περιπτώσεις, απαιτείται χειρουργική επέμβαση για να επέλθει πλήρης αποκατάσταση. Ομοίως, ο χόνδρος, ο εύκαμπτος συνδετικός ιστός που βρίσκεται στην επιφάνεια των αρθρώσεων δεν έχει αγγεία, άρα αιματώνεται ελάχιστα ή και καθόλου. Για την επούλωση, ο χόνδρος τροφοδοτείται με θρεπτικά συστατικά από το αρθρικό υγρό που περιβάλλει και λιπαίνει την άρθρωση. Ενώ οι διάφοροι ιστοί του σώματος έχουν όλοι διαφορετικούς χρόνους επούλωσης, ακολουθούν παρόμοια διαδικασία επούλωσης με τρία χαρακτηριστικά στάδια. Το στάδιο (οξείας) φλεγμονώδους αντίδρασης, το στάδιο ανακατασκευής ή αποκατάστασής του και τέλος το στάδιο ωρίμανσης και ανάπλασης. Το πρώτο στάδιο εμφανίζεται αμέσως μετά τον τραυματισμό και αποτελεί την πρωταρχική άμυνα του οργανισμού κατά τον τραυματισμό. Το στάδιο αυτό αναγνωρίζεται από αυξημένη θερμοκρασία, την ερυθρότητα, το πρήξιμο και τον πόνο γύρω από την περιοχή του τραυματισμού. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, ο οργανισμός στέλνει λευκά αιμοσφαίρια για να απομακρύνει τους κατεστραμμένους ιστούς και να μειώσει τυχόν περαιτέρω βλάβες. Το στάδιο αυτό διαρκεί συνήθως 3-5 ημέρες. Το δεύτερο στάδιο είναι η φάση κατά την οποία ο οργανισμός αρχίζει να παράγει νέα κύτταρα. Το πρήξιμο και ο πόνος υποχωρούν και σχηματίζεται ουλώδης ιστός που τελικά γίνεται νέος ιστός. Αυτό το στάδιο συνήθως εμφανίζεται γύρω στις 7-14 ημέρες μετά τον τραυματισμό. Το τελικό στάδιο, γνωστό ως στάδιο ανάπλασης, αφορά την ολοκλήρωση της επούλωσης με την αναδόμηση του ουλώδους ιστού και την εναπόθεση ώριμου ιστού. Το στάδιο αυτό συνήθως λαμβάνει χώρα περίπου δύο εβδομάδες μετά τον αρχικό τραυματισμό. Σε κάθε στάδιο της θεραπευτικής διαδικασίας, απαιτείται διαφορετική θεραπευτική προσέγγιση και ο φυσιοθεραπευτής σας μπορεί να σας καθοδηγήσει στην ανάρρωση.

ΚΛΕΙΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ
ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ