Χρόνος επούλωσης τραυματισμού
Όταν επέρχεται τραυματισμός το πρώτο πράγμα που οι περισσότεροι θέλουμε να μάθουμε είναι « πόσο καιρό θα χρειαστεί για να επουλωθεί». Δυστυχώς, η απάντηση μπορεί να είναι αρκετά περίπλοκη και απαιτεί τουλάχιστον μια στοιχειώδη κατανόηση του πώς θεραπεύονται οι διάφοροι ιστοί του σώματος. Κάθε ένας από τους ιστούς του σώματος, συμπεριλαμβανομένων των μυών των τενόντων και των οστών, επουλώνεται με διαφορετικό ρυθμό και κάθε άνθρωπος έχει ορισμένες αποκλίσεις σε αυτούς τους χρόνους ως αποτέλεσμα της ατομικής του υγείας, του ιστορικού και τις εκάστοτε περίστασης.
Η κατανόηση του είδους του τραυματισμένου ιστού και των διαφορετικών χρόνων επούλωσης είναι ένα σημαντικό κομμάτι του τρόπου με τον οποίο ο φυσικοθεραπευτής προσεγγίζει τη θεραπεία και του καθορισμού του στόχου της αποκατάστασης. Σε ατομικό επίπεδο, η ηλικία του ασθενούς, η τοποθεσία και η σοβαρότητα του τραυματισμού και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε ο τραυματισμός εντός του πρώτου 48-ωρου, επηρεάζουν τους χρόνους επούλωσης του. Δυστυχώς, καθώς μεγαλώνουμε, οι τραυματισμοί τείνουν να επουλώνονται με πιο αργούς ρυθμούς απ’ ό,τι όταν είμαστε νέοι. Οποιαδήποτε ιατρική πάθηση που μειώνει τη ροή του αίματος σε μία περιοχή, όπως η περιφερική αγγειακή νόσος , μπορεί επίσης να μειώσει την ικανότητα του σώματος να επουλώνεται με τον φυσιολογικό ρυθμό.
Υπάρχουν ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να τηρηθούν για την πρόβλεψη της διάρκειας επούλωσης ενός τραυματισμού με βάση τον τύπο του ιστού που έχει πληγεί. Οι μύες περιέχουν μικρά τριχοειδή αγγεία που προσφέρουν μια πλούσια παροχή αίματος, και ως εκ τούτου, έχουν συγκριτικά γρήγορο χρόνο επούλωσης, 2-4 εβδομάδες για μικρές ρήξεις. Αυτός ο χρόνος παρατείνεται για μεγαλύτερα τραύματα και πιο περίπλοκες περιπτώσεις.
Οι σύνδεσμοι και οι τένοντες έχουν μικρότερη πρόσβαση στην παροχή αίματος και ο τραυματισμός στους ιστούς αυτούς γενικά χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να επουλωθεί. Μεγαλύτερες ή πλήρεις ρήξεις όλων των μαλακών ιστών, μπορεί να μην είναι σε θέση να επουλωθούν πλήρως και σε σπάνιες περιπτώσεις, απαιτείται χειρουργική επέμβαση για να επέλθει πλήρης αποκατάσταση. Ομοίως, ο χόνδρος, ο εύκαμπτος συνδετικός ιστός που βρίσκεται στην επιφάνεια των αρθρώσεων δεν έχει αγγεία, άρα αιματώνεται ελάχιστα ή και καθόλου. Για την επούλωση, ο χόνδρος τροφοδοτείται με θρεπτικά συστατικά από το αρθρικό υγρό που περιβάλλει και λιπαίνει την άρθρωση. Ενώ οι διάφοροι ιστοί του σώματος έχουν όλοι διαφορετικούς χρόνους επούλωσης, ακολουθούν παρόμοια διαδικασία επούλωσης με τρία χαρακτηριστικά στάδια. Το στάδιο (οξείας) φλεγμονώδους αντίδρασης, το στάδιο ανακατασκευής ή αποκατάστασής του και τέλος το στάδιο ωρίμανσης και ανάπλασης.
Το πρώτο στάδιο εμφανίζεται αμέσως μετά τον τραυματισμό και αποτελεί την πρωταρχική άμυνα του οργανισμού κατά τον τραυματισμό. Το στάδιο αυτό αναγνωρίζεται από αυξημένη θερμοκρασία, την ερυθρότητα, το πρήξιμο και τον πόνο γύρω από την περιοχή του τραυματισμού. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, ο οργανισμός στέλνει λευκά αιμοσφαίρια για να απομακρύνει τους κατεστραμμένους ιστούς και να μειώσει τυχόν περαιτέρω βλάβες. Το στάδιο αυτό διαρκεί συνήθως 3-5 ημέρες. Το δεύτερο στάδιο είναι η φάση κατά την οποία ο οργανισμός αρχίζει να παράγει νέα κύτταρα. Το πρήξιμο και ο πόνος υποχωρούν και σχηματίζεται ουλώδης ιστός που τελικά γίνεται νέος ιστός. Αυτό το στάδιο συνήθως εμφανίζεται γύρω στις 7-14 ημέρες μετά τον τραυματισμό.
Το τελικό στάδιο, γνωστό ως στάδιο ανάπλασης, αφορά την ολοκλήρωση της επούλωσης με την αναδόμηση του ουλώδους ιστού και την εναπόθεση ώριμου ιστού. Το στάδιο αυτό συνήθως λαμβάνει χώρα περίπου δύο εβδομάδες μετά τον αρχικό τραυματισμό.
Σε κάθε στάδιο της θεραπευτικής διαδικασίας, απαιτείται διαφορετική θεραπευτική προσέγγιση και ο φυσιοθεραπευτής σας μπορεί να σας καθοδηγήσει στην ανάρρωση.